- Σλοβακία
- Η Σλοβακία βρίσκεται στην καρδιά της Ευρώπης, στα ανατολικά της Τσεχίας. Συνορεύει με την Πολωνία στα Β, με την Ουκρανία στα Α, με την Ουγγαρία στα Ν και με την Αυστρία στα Δ.Μέχρι το 1993 η Σλοβακία αποτελούσε με την Τσεχία το ενιαίο κράτος της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας και από το 1969 ήταν μία από τις δύο ομοσπονδιακές δημοκρατίες. Το 1990 αφαιρέθηκε η λέξη Σοσιαλιστική από την ονομασία του ενιαίου κράτους.Η σλοβακική είναι η επίσημη γλώσσα. Η σλοβακική γλώσσα αποτελούσε για πολλά χρόνια ένα ιδίωμα και δεν εχρησιμοποιείτο στη λογοτεχνία, όπου κυριαρχούσε η τσεχική. Αλλά το 1943 ο Σλοβάκος διανοούμενος Λουδοβίκος Στουρ την καθιέρωσε ως γλώσσα των Σλοβάκων, σε μια προσπάθεια να αποφύγει την ουγγροποίηση της περιοχής. Υπάρχουν ορισμένοι που χρησιμοποιούν και την ουγγρική.Η Σλοβακία είναι ανεξάρτητο κράτος από το 1993. Το 1992 η Σλοβακική Βουλή ψήφισε το νέο Σύνταγμα το οποίο ισχύει από 1ης Ιανουαρίου 1993. Τη νομοθετική εξουσία ασκεί η Εθνοσυνέλευση η οποία αποτελείται από 150 μέλη που εκλέγονται για 4 χρόνια. Η εθνοσυνέλευση μπορεί να αλλάξει το Σύνταγμα, εκλέγει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τους ανώτατους δικαστές, αποφασίζει για τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων κ.ά. Η θητεία του προέδρου της Δημοκρατίας είναι δετής. Η χώρα χωρίζεται σε 38 επαρχίες (okresy).Σε πρώτο βαθμό η δικαιοσύνη απονέμεται από τα επαρχιακά δικαστήρια. Σε δεύτερο βαθμό υπάρχουν τα δικαστήρια της κομιτείας. Το Ανώτατο δικαστήριο ελέγχει τις αποφάσεις σε τρίτο βαθμό. Υπάρχει επίσης Συνταγματικό Δικαστήριο. Η ρωμαιοκαθολική εκκλησία είναι η βασική θρησκεία των κατοίκων της χώρας (60%). Υπάρχουν επίσης προτεστάντες (κάπου 8%). Η καθολική εκκλησία αποτελείται από μία αρχιεπισκοπή και 6 επισκοπές από τις οποίες η μία βρίσκεται στην Ουννία.Η εκπαίδευση είναι δωρεάν σε όλα τα επίπεδα. Υπάρχουν νηπιαγωγεία για παιδιά από 3-6 ετών. Η εκπαίδευση είναι υποχρεωτική από 6-15 ετών, όσο δηλαδή διαρκεί η βασική εκπαίδευση. Η μέση παιδεία διαρκεί 4 χρόνια και έχει τρεις κλάδους. Το γυμνάσιο, τα επαγγελματικά και τα τεχνικά σχολεία. Υπάρχουν 14 ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα (πανεπιστήμια, πολυτεχνεία). Υπάρχουν επίσης ιδιωτικά και εκκλησιαστικά σχολεία.Η στρατιωτική θητεία είναι υποχρεωτική και διαρκεί 18 μήνες. Η χώρα έχει επαφές με το NATO και έχει ζητήσει την ένταξή της σε αυτό. Η δύναμη του στρατού της είναι 47.000 άνδρες. Η Σλοβακία είναι ορεινή στο μεγαλύτερο μέρος της. Βρίσκεται στη ζώνη των Δυτικών Καρπαθίων Ορέων, αλλά στις δυτικές και ανατολικές περιοχές της προχωρεί προς τις πεδιάδες του Δούναβη και του Τίσα. Η χώρα μπορεί να θεωρηθεί χωρισμένη κατά μήκος σε δύο τμήματα: στο βόρειο και κεντρικό, όπου υψώνονταιταανάγλυφατης καρπαθικής οροσειράς, και στο νότιο, όπου βρίσκεται η παρυφή της δουναβικής πεδιάδας.
Το πιο έντονο δομικό στοιχείο της Σλοβακίας είναι το ριπίδιο των καρπαθικών αναγλύφων που καταλαμβάνουν το βόρειο και κεντρικό τμήμα της. Τα Καρπάθια είναι λιγότερο επιβλητικά από τις Άλπεις. Λίγες κορυφές τους ξεπερνούν τα 2.000 μέτρα, ενώ λείπουν τελείως οι παγετώνες. Το εξωτερικό καρπαθικό τόξο αρχίζει κοντά στη Μπρατισλάβα, με τα υψώματα των Μικρών Καρπαθίων και συνεχίζεται με τα Λευκά Καρπάθια και τα Δυτικά Μπέσκιντι, που φτάνουν το μεγαλύτερο ύψος –1.725 μ.– στη Μπάμπια Γκόρα. Τα Ανατολικά Μπέσκιντι αποτελούν τη μεθόριο με την Πολωνία και διασχίζονται από τα περάσματα Ντούκλα και Λούπκοφ. Το εσωτερικό τμήμα του καρπαθικού τό ξου αποτελείται από τα Τάτρα, που υποδιαιρούνται σε Άνω και Κάτω Τάτρα και είναι πολύ γραφικά βουνά, με ψηλές και απόκρημνες κορυφές. Τα Άνω Τάτρα σχηματίζουν ένα εξαιρετικά απόκρημνο τείχος με μήκος πάνω από 100 χλμ., διάστικτο από γραφικές λιμνούλες που ονομάζονται «Μάτια της θάλασσας». Εκεί βρίσκονται και οι πιο ψηλές κορυφές της χώρας, με ψηλότερη την Γκέρλα-χοβσκιστιτ, στα 2.655 μ. Νοτιότερα υψώνονται τα Κάτω Τάτρα με τα οποία συνδέονται μικρότερες οροσειρές, όπως τα υψώματα των Νίτρα και τα σλοβακικά Έρσγκεμπιργκε. Τα μεταλλεύματα που εξορύσσονται σε μεγάλες ποσότητες είναι ο σίδηρος, ο χαλκός, ο μόλυβδος, ο ψευδάργυρος και ο μαγνησίτης. Βρίσκονται σε διάφορες περιοχές της χώρας, και ιδίως στα ορεινά. Επίσης, αξιοποιούνται σε μικρότερες ποσότητες κοιτάσματα αργύρου, χρυσού, υδραργύρου, αμιάντου, κασσιτέρου, περλίτη, σιδηρίτη και βαρίτη.Οι κλιματικές συνθήκες της Σλοβακίας προσεγγίζουν αυτές των ανατολικών ευρωπαϊκών περιοχών. Συνολικά το κλίμα θα μπορούσε να θεωρηθεί ηπειρωτικό εύκρατο, αλλά η παρουσία μεγάλων ορεινών όγκων είναι αιτία αισθητών κλιματικών διαφορών από ζώνη σε ζώνη.
Οι χειμώνες είναι εξαιρετικά ψυχροί και ξηροί, εξαιτίας της εισροής αντικυκλωνικών μαζών από τον βορρά. Από την άνοιξη ώς το φθινόπωρο υπάρχουν αντίθετα κυκλωνικές δράσεις, που προέρχονται από τα δυτικά και τα νότια, και το κλίμα γίνεται ηπιότερο, με θερμά καλοκαίρια, συχνά βροχερά και κάποτε με καταιγίδες. Η ηπειρωτικότητα εκφράζεται από τις υψηλές ετήσιες θερμοκρασιακές διακυμάνσεις. Η περιοχή των Καρπαθίων είναι ψυχρότατη το χειμώνα, ενώ οι παραδουνάβιες πεδιάδες έχουν ηπιότερο κλίμα. Στο ανατολικό άκρο και στα ορεινά οι χειμώνες μπορεί να γίνουν εξαιρετικά δριμείς με πυκνές βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις. Οι βροχοπτώσεις και οι χιονοπτώσεις περιορίζονται στις απάνεμες πεδιάδες. Προς τον Δούναβη, εξαιτίας των ηπειρωτικών επιδράσεων, οι βροχές ελαττώνονται, γίνονται ακανόνιστες και δεν ευνοούντη βλάστηση, με αποτέλεσμα το τοπίο να γίνεται στεπικό. Οι ετήσιες βροχοπτώσεις κυμαίνονται από 600-800 χιλιοστά και σε ορισμένες ορεινές περιοχές από 1.400-1.500 χιλιοστά. Η γενική μέση θερμοκρασία του Ιανουαρίου κυμαίνεται από -2° ώς -4° Κελσίου, που μπορεί να φθάσει και ώς -7° στα μεγάλα υψόμετρα. Η μέση θερμοκρασίατου Ιουλίου κυμαίνεται α-no 18° ώς 21° Κελσίου, και στην υψηλή ζώνη των βουνών από 13° ώς 16°Η Σλοβακία αποστραγγίζεται εν μέρει στον Δούναβη και μέσω αυτού στη Μαύρη Θάλασσα (Εύξεινο Πόντο) και εν μέρει στη Βαλτική, μέσω του Βιστούλα. Οι μεγάλοι ποταμοί Δούναβης και Μοράβας σχηματίζουν ένα μέρος των δυτικών και νοτίων συνόρων της. Στον Δούναβη συμβάλλουν οι κυριότεροι σλοβακικοί ποταμοί, όπως ο Βαχ, ο Xpov, ο Χόρναντ και ο Λάμπορετς που ρέουν προς το νότο. Οι Βαχ και Xpov είναι οι ίδιοι παραπόταμοι του Δούναβη, ενώ ο Χόρναντ και ο Λάμπορετς φτάνουν σε αυτόν μέσω του μεγάλου συλλέκτη της ουγγρικής περιοχής, του Τίσα (Τισία). Ένας άλλος ποταμός, ο Πόπραντ, ρέει προς το Βορρά και χύνεται στον Βιστούλα και μέσω αυτού στη Βαλτική. 0 ρους του Βαχ είναι ο μακρύτερος μέσα στη Σλοβακία, με μήκος 389 χλμ. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των ποταμών της Σλοβακίας είναι η μεγιστοποίηση της ροής τους την άνοιξη, οι μεγάλες διακυμάνσεις της στάθμης και η βροχοχιονώδης παροχή τους. Πολλοί είναι πλωτοί σε μεγάλο μέρος τους.
0 σπουδαιότερος, τόσο από ανθρωπολογική όσο και από οικονομική άποψη είναι ο Δούναβης, ο οποίος, προπάντων μέσω του λιμανιού της Μπρατισλάβα, ευνοεί τις ανταλλαγές με τις άλλες χώρες της Ευρώπης.Από τα αντερείσματα των Καρπαθίων προς τα νοτιοδυτικά, ώς το ρου του Δούναβη εκτείνεται η πεδιάδατης Μπρατισλάβα. Είναι η πιο εκτεταμένη και πλούσια σλοβακική πεδιάδα με νεογενείς λόφους και αναβαθμίδες που καλύπτονται από γόνιμο «λες». Ένα άλλο πολύ γόνιμο τμήμα της κοιλάδας είναι το ανατολικό, προς τον Τίσα, η πεδιάδα της Μίχαλοβτσε. Το νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας είναι κυρίως άγονο.Οι Σλοβάκοι είναι σλαβικός λαός. Στη Σλοβακία όμως κατοικούν από πολύ παλιά αρκετοί Ούγγροι και ομάδες τσιγγάνων. Το 78% του πληθυσμού διαμένει στις πόλεις. Οι Σλοβάκοι αποτελούντη μεγάλη πλειοψηφία, περίπου το 86%του πληθυσμού, ενώτο 10,7% είναι Ούγγροι. Υπάρχει επίσης μικρός αριθμός τσιγγάνων 1,5%, Τσέχων 1,5% κ.ά. 0 πληθυσμός αυξανόταν με γοργό ρυθμό το 1989. Το 1993 παρατηρήθηκε μια κάμψη στην αύξηση που έφτασε στο 0,4%.Η Σλοβακία αποτελούσε πάντα τη «φτωχή» περιοχή του ενιαίου κράτους της Τσεχοσλοβακίας. Στη Σλοβακία υπήρχε ένα μικρό τμήμα της βαριάς βιομηχανίας και της βιομηχανίας όπλων. Οι βιομηχανίες όμως αυτές –παλιάς τεχνολογίας– δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες της χώρας. Οι επενδύσεις των ξένων είναι περιορισμένες, αφού τα προϊόντα της χώρας δεν μπορεί να γίνουν ανταγωνιστικά των προϊόντων άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία το Α.Ε.Π. είναι 66 δις εκ. δολ. (2002). Η ανεργία φτάνει το 17,2%. Η ενέργεια προέρχεται κυρίως από πυρηνικά εργοστάσια (53,4% του συνόλου). Υπάρχουν επίσης υδροηλεκτρικοί σταθμοί. Σχεδιάζεται επίσης η κατασκευή ενός νέου πυρηνικού εργοστασίου.Η αγροτική παραγωγή (γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία, δάση) απασχολεί περίπου το 12% του ενεργού πληθυσμού. Η γεωργική παραγωγή περιλαμβάνει σιτάρι, κριθάρι, βρώμη, ζαχαρότευτλα, πατάτες, λαχανικά κ.ά. Τα δασικά προϊόντα φτάνουν τα 3,5 εκ. κυβ. τόνους (1994).
Αν και καλλιεργείται μόνον το ένα τρίτο των εδαφών της Σλοβακίας, ο αγροτικός τομέας είναι σημαντικός για την οικονομία της χώρας.Η κτηνοτροφία περιλαμβάνει βοοειδή, πρόβατα και χοίρους. Διαθέτει 1 εκ. αγελάδες, 2,1 χοίρους. Τα πρόβατα και οι κατσίκες είναι πολύ λίγες. Τα βασικά κτηνοτροφικά προϊόντα είναι το μοσχαρίσιο κρέας και τα γαλακτοκομικά.
Η αλιεία είναι περιορισμένη.Οι Σλοβάκοι και οι Τσέχοι, που ανήκουν και οι δύο στους δυτικούς σλαβικούς λαούς, ενώθηκαν για πρώτη φορά τον 9o αιώνα στη Μεγάλη Μοραβική Αυτοκρατορία. Μετά τη διάλυση της αυτοκρατορίας χωρίστηκαν και, ενώ οι Σλοβάκοι τέθηκαν υπό την ουγγρική κυριαρχία, η οποία διήρκεσε με διάφορες μορφές μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, οι Τσέχοι εγκαθίδρυσαν βασίλειο, το οποίο διατηρήθηκε έως ότου τα τσεχικά εδάφη ενσωματώθηκαν στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων κατά το 16o και το 17o αιώνα.
Κατά τους δύο επόμενους αιώνες αναπτύχθηκε στη Σλοβακία ένα κίνημα εθνικής αφύπνισης, το οποίο συνδέθηκε στενά με το ανάλογο κίνημα στα εδάφη της Τσεχίας. Κατά τη διάρκεια του A’ Παγκοσμίου Πολέμου, Σλοβάκοι και Τσέχοι διεκδίκησαν ανεξάρτητο κράτος και στα τέλη του πολέμου ιδρύθηκε η Τσεχοσλοβακία –στις 28 Οκτωβρίου 1918– ως ένα από τα διάδοχα κράτη της Auστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Τα σύνορα της χώρας καθορίστηκαν με τη Συνθήκη του Τριανόν, το 1920, με την οποία μια μεγάλη ουγγρική μειονότητα ενσωματώθηκε στη Σλοβακία. Παρά την οικονομική ανάπτυξη της νέας δημοκρατίας, τα αιτήματα των Σλοβάκων για αυτονομία μέσα σε ένα ομοσπονδιακό κράτος δεν σταμάτησαν ποτέ. Ωστόσο, το πρώτο σύνταγμα της Τσεχοσλοβακίας δεν προέβλεπε ομοσπονδιακό σύστημα και οι σλοβακικές προτάσεις απορρίφθηκαν από τις κεντρικές αρχές στην Πράγα. Ένα σημείο δυσαρέσκειας των Σλοβάκων ήταν το γεγονός ότι τα εδάφη της Τσεχίας συγκέντρωναν τη μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη, ενώ η Σλοβακία παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό υπανάπτυκτη. Υπήρχε μία ακόμα διάκριση ανάμεσα στα δύο τμήματα της χώρας: μολονότι η πλειοψηφία των Σλοβάκων ήταν ρωμαιοκαθολικοί, η κεντρική κυβέρνηση στην Πράγα πρέσβευε τον αντικληρικαλισμό.
Τον Οκτώβριο του 1938, μετά τη Συμφωνία του Μονάχου, κατά την οποία τα εδάφη της Τσεχοσλοβακίας που κατοικούνταν από Γερμανούς παραχωρήθηκαν στη Γερμανία οι Σλοβάκοι εθνικιστές ανακήρυξαν την αυτονομία της Σλοβακίας. Το Μάρτιο του 1939, μία μέρα προτού τα στρατεύματα των ναζί καταλάβουν την Τσεχία, η χιτλερική Γερμανία, συμφώνησε στην εγκαθίδρυση ενός ξεχωριστού σλοβακικού κράτους, δηλ. του φιλοναζιστικού καθεστώτος του Γιόζεφ Τίζο.
Μετά την αποκατάσταση του τσεχοσλοβακικού κράτουςτο 1945, έγιναν ορισμένες παραχωρήσεις στους Σλοβάκους, ανάμεσα στις οποίες ήταν η εγκαθίδρυση τοπικής Βουλής με περιορισμένες εξουσίες και μιας κυβέρνησης στη Μπρατισλάβα, πρωτεύουσα της Σλοβακίας. Τα περιορισμένα, όμως, αυτά μέτρα προς ένα ομοσπονδιακό σύστημα αγνοήθηκαν μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους κομμουνιστές και έτσι το νέο Σύνταγμα του 1948 χαρακτήριζε απλώς την Τσεχοσλοβακία ως «λαϊκή δημοκρατία». Άλλωστε, και ο πρώτος πρόεδρος και ηγέτης του K.K. της Τσεχοσλοβακίας Κλέμεντ Γκότβαλντ ήταν Τσέχος.
Στα πρώτα χρόνια της κομμουνιστικής διακυβέρνησης στην Τσεχοσλοβακία, η καταπίεση δεν ασκήθηκε μόνο εναντίον των πολιτικών αντιπάλων, αλλά και εναντίον μελών του ίδιου του κόμματος. Καταπίεση εφαρμόστηκε, επίσης, σε οποιαδήποτε έκφραση σλοβακικού εθνικισμού καιτο 1954 ο Χούζακ φυλακίστηκε με αυτή την κατηγορία. Το νέο Σύνταγμα του 1960 περιόριζε τη σλοβακική αυτονομία, ενώ η τοπική κυβέρνηση καταργήθηκε. Το ζήτημα της σλοβακικής αυτονομίας επανήλθε στο δημόσιο διάλογο όταν άρχισαν να εφαρμόζονται οι πρώτες μεταρρυθμίσεις κατά την περίοδο της Άνοιξης της Πράγας. Τον Ιανουάριο του 1968, ο Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ, Σλοβάκος ο ίδιος και ώς τότε ηγέτης του K.K. της Σλοβακίας, έγινε A’ Γραμματέας του K.K. της Τσεχοσλοβακίας. Οι μεγάλες πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις της περιόδου αυτής περιελάμβαναν σχέδια για τη δημιουργία ομοσπονδιακού συστήματος. Η περίοδος όμως αυτή της πολιτικής ανοχής και της ελευθερίας της έκφρασης τερματίστηκε ξαφνικά τον Αύγουστο του 1968 με την εισβολή των δυνάμεων του Συμφώνου της Βαρσοβίας.
Ωστόσο, τον Ιανουάριο του 1969 εγκαθιδρύθηκε μια μορφή ομοσπονδιακού συστήματος με χωριστές κυβερνήσεις, αλλά η ανώτατη εξουσία ασκούνταν πάντα από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και την Ομοσπονδιακή Βουλή. Η περίοδος από την καταστολή της Άνοιξης της Πράγας μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ‘80 δεν περιλαμβάνει καμία αξιόλογη εξέλιξη στο ζήτημα της αυτονομίας της Σλοβακίας. Οι εκλογές που έγιναν τον Ιούνιο του 1990, οι πρώτες ελεύθερες από το 1946, ανέδειξαν στη σλοβακική πλευρά πρώτο κόμμα το «Κοινό κατά της Βίας» (PAV). Μετά τις εκλογές αυτές το ζήτημα των σχέσεων ανάμεσα στην Τσεχία και τη Σλοβακία αναδεικνύεται ως το σημαντικότερο ζήτημα της πολιτικής ζωής.
Η συζήτηση για το μέλλον της χώρας, η οποία από τον Απρίλιο του 1990 έχει επισήμως μετονομασθεί σε «Τσεχική και Σλοβακική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία» οδήγησε σε πολιτική αναταραχή στη Σλοβακία κατά τη διάρκεια του 1991. Μετά τον εξαναγκασμό σε παραίτηση του Σλοβάκου πρωθυπουργού Βλαντιμίρ Μετσιάρ, οι συζητήσεις για το συνταγματικό μέλλον της Τσεχοσλοβακίας δεν σημειώνουν πρόοδο. Στις εκλογές του Ιουνίου 1992 το κόμμα του Μετσιάρ αναδεικνύεται πρώτη δύναμη στη Σλοβακία και ο Μετσιάρ ξαναγίνεται πρωθυπουργός. Μετά την υιοθέτηση της διακήρυξης κυριαρχίας, τον Ιούλιο του 1992, από τη Βουλή της Σλοβακίας η διάλυση της Ομοσπονδίας εμφανίζεται αναπόφευκτη. 0 Μετσιάρ και ο Τσέχος oμόλογός του Βάτσλαβ Κλάους συμφωνούν για το διαχωρισμό των δύο δημοκρατιών και την 1η Σεπτεμβρίου η σλοβακική Βουλή ψηφίζει το νέο σλοβακικό σύνταγμα.
Ώς τα τέλη του 1992 επιταχύνονται οι διαδικασίες διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων και αρμοδιοτήτων ανάμεσα στις δύο δημοκρατίες και τη νύχτα της 31ης Δεκεμβρίου 1992 αποκτούν υπόσταση η Τσεχική Δημοκρατία και η Σλοβακική Δημοκρατία. Η Σλοβακία, όπως άλλωστε και η Τσεχία, γίνονται αυτομάτως δεκτές στον OHE, τη Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη και όλους τους διεθνείς οργανισμούς. 0 ειρηνικός χαρακτήρας της διάλυσης της Τσεχοσλοβακίας, τη στιγμή που μαινόταν ο πόλεμος και οι σφαγές στην πρώην Γιουγκοσλαβία, συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην άμεση διεθνή αναγνώριση των δύο δημοκρατιών. Η κυβέρνηση της Σλοβακίας, που υπήρχε ήδη ως τοπική κυβέρνηση με επικεφαλής τον Μετσιάρ και με κυρίαρχο το «Κίνημα για μια Δημοκρατική Σλοβακία», δηλαδή το κόμμα του, παρέμεινε στη θέση της και η Βουλή παρέμεινε ως Βουλή της νέας δημοκρατίας. Το Φεβρουάριο του 1993 η Βουλή της Σλοβακίας εξέλεξε, στη δεύτερη ψηφοφορία, τον Μίχαλ Κόβατς ως πρόεδρο. Μετά την εκλογή του νέου προέδρου, υπήρξαν εσωτερικές διαφωνίες στο κόμμα του Μετσιάρ, οι οποίες κατέληξαν στη δημιουργία ενός νέου κόμματος, ενώ ορισμένες παραιτήσεις υπουργών του είχαν ως αποτέλεσμα η κυβέρνηση του Μετσιάρ να αποτελείται αποκλειστικά από μέλη του κόμματος του.
Η αυξανόμενη αστάθεια της κυβέρνησης του Μετσιάρ και οι συνεχείς αποσκιρτήσεις στελεχών του είχαν ως αποτέλεσμα να χάσει την πλειοψηφία στη Βουλή. Για να αποκτήσει και πάλι την πλειοψηφία, το κόμμα του Μετσιάρ προσέφερε ορισμένες υπουργικές θέσεις στο εθνικιστικό Εθνικό Κόμμα, γεγονός το οποίο προκάλεσε ένταση στις σχέσεις του Μετσιάρ με τον πρόεδρο Κόβατς, ο οποίος τον επέκρινε σκληρά. Η θέση του Μετσιάρ υπονομεύθηκε ξανά στις αρχές του 1994 από νέες παραιτήσεις και αποσκιρτήσεις. Το Φεβρουάριο έξι βουλευτές αποχώρησαν και σχημάτισαν νέο κόμμα, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης παραιτήθηκαν, ιδρύοντας άλλο κόμμα. Μετά από πρόταση μομφής στη Βουλή, η οποία υπερψηφίστηκε, ο Μετσιάρ παραιτήθηκε και νέα κυβέρνηση συνασπισμού ορκίστηκε. Η νέα κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Γιόζεφ Μόραβτσικ συγκροτήθηκε από μέλη πέντε κομμάτων και με την υποστήριξη των ουγγρικών κομμάτων και των ανεξαρτήτων διέθετε την πλειοψηφία στη Βουλή. Η νέα κυβέρνηση υιοθέτησε πολιτική στενότερων σχέσεων με την Ευρώπη, σε αντίθεση με την πολιτική που ακολουθούσε ο Μετσιάρ. Επίσης, η νέα κυβέρνηση του Μόραβτσικ βελτίωσε τις σχέσεις με την Ουγγαρία, δίνοντας εγγυήσεις για τα δικαιώματα της ουγγρικής μειονότητας που ζει στη Σλοβακία.
Παρά τα επιτεύγματα της κυβέρνησης Μόραβτσικ, στις εκλογές που έγιναν στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1994 το κόμμα του Μετσιάρ αναδείχθηκε πρώτη δύναμη, εξασφαλίζοντας, με ένα μικρό σύμμαχο του, το 35% των ψήφων, κάτι που αποδόθηκε στον έντονο λαϊκιστικό χαρακτήρα της προεκλογκής εκστρατείας του Μετσιάρ. Ένας συνασπισμός αριστερών κομμάτων εξασφάλισε τη δεύτερη θέση, ενώ ένας συνασπισμός ουγγρικών κομμάτων και το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα κατέλαβαν αντίστοιχα την τρίτη και τέταρτη θέση. Έπειτα από παρατεταμένες διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό νέας κυβέρνησης συνασπισμού και ενώ ο Μετσιάρ είχε εξασφαλίσει την υποστήριξη μόνο του εθνικιστικού Εθνικού Κόμματος, στα μέσα Δεκεμβρίου σχηματίστηκε τελικά άλλη κυβέρνηση συνασπισμού με επικεφαλής τον Μετσιάρ, αλλά και με τη συμμετοχή δύο άλλων κομμάτων. Η νέα κυβέρνηση χρησιμοποίησε αμέσως την πλειοψηφία της στη Βουλή, για να ακυρώσει όλες τις αποφάσεις περί ιδιωτικοποιήσεων που είχαν ληφθεί προηγουμένως, με αποτέλεσμα να σημειωθεί αντιπαράθεση του προέδρου μετη Βουλή και τελικά το ζήτημα να λυθεί από το συνταγματικό δικαστήριο, το οποίο έκρινε, το Μάιο του 1995, ότι η ακύρωση των ιδιωτικοποιήσεων ήταν παράνομη.
Η αυξανόμενη προσωπική αντιπαράθεση ανάμεσα στον πρωθυπουργό Μετσιάρ και τον πρόεδρο Κόβατς κορυφώθηκε το Μάιο του 1995, όταν οι βουλευτές του Μετσιάρ εξέφρασαν τη «μη εμπιστοσύνη» τους στον πρόεδρο. Ωστόσο, η ψηφοφορία αυτή στη Βουλή δεν συγκέντρωσε την απαιτούμενη πλειοψηφία των τριών πέμπτων και ο Κόβατς παρέμεινε στη θέση του. Οι σφυγμομετρήσεις έδειξαν, πάντως, ότι η λαϊκή υποστήριξη στον πρόεδρο Κόβατς παραμένει υψηλή.
Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που αντιμετωπίζει η Σλοβακία, είναι οι σχέσεις με τη γειτονική Ουγγαρία, οι οποίες κατά καιρούς γνωρίζουν ένταση, λόγω της μεγάλης ουγγρικής μειονότητας -περίπου 600.000- που ζει στη Σλοβακία. Το Μάρτιο του 1993, η Σλοβακία και η Ουγγαρία συμφώνησαν να παραπέμψουν τις διαφορές τους στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Οι σχέσεις των δύο χωρών βελτιώθηκαν σημαντικά με την υπογραφή το Μάρτιο του 1995 μιας ιστορικής Συνθήκης Φιλίας και Συνεργασίας, η οποία εγγυάται τα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων στις δύο δημοκρατίες και επιβεβαιώνει τα υπάρχοντα σύνορα.Οι Σλοβάκοι χρησιμοποιούσαν την τσεχική ως φιλολογική γλώσσα ώς τα μέσα του 19oυ αι. Στους Ιησουίτες Λούντεβιτ Στουρ (1815-1856) και Γιόζεφ Μ. Χούρμπαν (1817-1888), επιμελητές της έκδοσης του ημερολογίου «Νίτρα» (1844), οφείλεται η προώθηση της κεντροσλαβικής διαλέκτου σε αυτόνομη λογοτεχνική γλώσσα. Οι Άντρεϊ Σλάντκοβιτς (1820-1872), Γιαν Μπότο (1829-1881) και Γιάνκο Κραλ (1822-1876) είναι αξιόλογοι ρομαντικοί ποιητές που έγραψαν στη σλοβακική. Αρκετά αργότερα αναπτύχθηκε το μυθιστόρημα, που βρήκε στο έργο του Γιαν Κάλιντσιακ (1822-1871) «Οι εκλογές» (Restavracia) αξιοσημείωτη λαμπρότητα. Μετάτην αυστροουγγρική συνθήκη (1867), τα σχολεία της σλοβακικής γλώσσας έκλεισαν και η λογοτεχνία περιορίστηκε σε ένα μικρό πυρήνα διανοουμένων: ανάμεσα τους ο Σβέτοζαρ Χούρμπαν Βαγιάνσκι (1847-1916), με την ποιητική συλλογή του «Τα Τάτρα και η θάλασσα» (Tatry a more, 1879), επέφερε αποφασιστικές τροποποιήσεις στη στιχουργική, ενώ ο Πάβελ Όρσαγκ Χβίεζντοσλαβ (1849-1921) εισήγαγε στη σλοβακική νέες και πιο σύνθετες γλωσσικές μορφές. Το έργο του Μάρτιν Κούκουτσιν (1860-1928) σημειώνει το πέρασμα της σλοβακικής λογοτεχνίας από το ρομαντισμό στο ρεαλισμό. Το μυθιστόρημα του «Το σπίτι στην πλαγιά» (Dom na strani, 1904) είναι το αριστούργημα της σλοβακικής πεζογραφίαςτου 19ou αι. Η ρεαλιστική ιδεολογία του Κούκουτσιν ακολουθήθηκε από τους διανοουμένους, που εξέδωσαν, το 1898, την επιθεώρηση «Χλας» (Φωνή), και αναπτύχθηκε από άλλους συγγραφείς. Η ρεαλιστική αυτή παραγωγή γνώρισε κρίση στις αρχές του 20ού αι. και ήδη στις συλλογές ποιητών, όπως οι Ίβαν Κράσκο (1876-1958) και Γιάνκο Γεσένσκι (1874-1945), διακρίνονται απηχήσειςτου ντεκανταντισμού και του συμβολισμού της Δύσης.
Με τη δημιουργία της νέας τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας, το 1918, εμπειρίες μεγάλου ενδιαφέροντος εκδηλώθηκαν στη λυρική ποίηση, όπου εμφανίστηκανταλέντα όπως ο Έμιλ Μπ. Λούκατς (1900), συμβολιστής, και ο Λάτσο Νοβομέσκι (1904).
Η περίοδος ανάμεσα στους δύο παγκοσμίους πολέμους χαρακτηρίζεται από αξιόλογη παραγωγή μυθιστορημάτων. 0 Γέγκε (ψευδώνυμο του Λάντισλαβ Νάντασι, 1866-1940) δημοσίευσετο πρώτο σλοβακικό ιστορικό μυθιστόρημα «Αδάμ Σάνγκαλα» (Adam Sangala, 1923). Μια ιδιαίτερη θέση κατέχει, για τη σατιρική και εξπρεσιονιστική φλέβα του, ο μυθιστοριογράφος Γκέιζα Βάμος (1901).
Γύρω στο 1930, η σλοβακική λογοτεχνία γνώρισε νέα ανάπτυξη, που χαρακτηρίζεται, μεταξύ άλλων, από την εμφάνιση του ζωηρού και πρωτότυπου ρεύματος του σουρεαλισμού. Αξιόλογη υπήρξε η ποιητική παραγωγή, που είχε καλύτερους εκπροσώπους της, τους Γιαν Κόστρα (1910), Άντρεϊ Πλάβκα (1907), Φράντισεκ Χέτσκο (1905-1960) και Πάβελ Χόροβ (1914). Ανάμεσα στους σουρεαλιστές ποιητές διακρίθηκαν οι Ρούντολφ Φάμπρι (1915), Στέφαν Ζάρι (1918) και Γιαν Μπρέζινα (1917). Μεταξύ των συγγραφέων της γενιάς αυτής, αναφέρουμε τους Βλάντιμιρ Μίνατς (1922), Λάντισλαβ Μνάτσκο (1919) και Άλφονζ Μπέντναρ (1914).
Κατά την αμέσως μετά το B’ Παγκόσμιο Πόλεμο περίοδο, η λογοτεχνία της Σλοβακίας χαρακτηρίζεται από νέα ρεύματα και θεματικές και εμπνέεται τόσο από γεγονότα του πρόσφατου παρελθόντος όσο και από τη μεταπολεμική κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας. Οι σημαντικότεροι ποιητές εκείνης της εποχής είναι οι Σ. Ζάρι, Β. Μιχάλικ, Μ. Ρούφους και Μ. Βάλεκ, οι οποίοι ανανέωσαν τα εκφραστικά μέσα της ποίησης και έθεσαν με σύγχρονο τρόπο τα θέματα των σχέσεων μεταξύ του ιδιωτικού και του δημόσιου πεδίου στη ζωή του ανθρώπου, ενώ θα πρέπει να αναφερθούν επίσης και οι νεότεροι ποιητές Γ. Μιχάλκοβιτς, Μ. Κόβατσικ, Λ. Φέλντεκ και Σ. Σιμόνοβιτς.
Στον τομέα της πεζογραφίας, ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός (που βρήκε στο πρόσωπο του Φ. Χέτσκο τον καλύτερο εκφραστή του), συνυπάρχει, κυρίως κατά τη δεκαετία του ‘60, με μια πιο κριτική προσέγγιση της πραγματικότητας. Κύριοι εκφραστές αυτής της προσέγγισης είναι Λ. Μνάτσκο, Α. Μπεντνάρ, Ντ. Τατάρκα, Κ. Λαζαρόβα κ.ά. ορισμένοι από τους οποίους διώχθηκαν από το καθεστώς. Από τους νεότερους πεζογράφους, αξίζει να αναφερθούν οι Γ. Πούσκατς, Λ. Μπά-λεκ, Π. Αντρούσκα, Μπ. Σεμπεστοβά και X. Κοσκόβα, ενώ από τους θεατρικούς συγγραφείς διακρίνονται οι: Σ. Κράλικ, Λ. Λαχόλα, Π. Καρβάς, Γ. Βαχ, Γ. Σόλοβιτς, Γ. Ρούσνακ, X. Ζελίνοβα.Στην πραγματικότητα και πριν ακόμα η Τσεχοσλοβακία χωριστεί σε δύο διαφορετικές δημοκρατίες, τόσο η Τσεχία όσο και η Σλοβακία είχαν τη δική τους ξεχωριστή κινηματογραφία καθώς και το δικό τους ξεχωριστό υπουργείο πολιτισμού. Όμως, μετά τη «βελούδινη επανάσταση», οι δομές όσον αφορά στον κινηματογράφο δεν μπορούσαν παρά να αλλάξουν. Στο παρελθόν, η διανομή των σλοβακικών ταινιών στην Τσεχοσλοβακία ήταν δύσκολη, γι’ αυτό και η παραγωγή ήταν λιγοστή, γεγονός που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, μια και η Σλοβακία έχει μόνο πέντε εκατομμύρια κατοίκους (δηλαδή το ένα τρίτο της πρώην Τσεχοσλοβακίας), οπότε και η αγορά της είναι περιορισμένη. Σήμερα η παραγωγή ενισχύεται από το κρατικό ίδρυμα τεχνών αλλά και από ιδιώτες, όπως έγινε με το μιούζικαλ «Σιντριβάνι για τη Σουζάνα, No. 2» (Fontana pre Zuzanu 2), τη μόνη ταινία που είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία σε ολόκληρη την πρώην Τσεχοσλοβακία. Εκεί που τα πράγματα δεν έχουν σχεδόν αλλάξει, είναι στην παραγωγή ταινιών ντοκιμαντέρ. Από τους σκηνοθέτες που εργάζονται στον τομέα των ταινιών μυθοπλασίας αναφέρουμε τους Πάβελ Τρζάσκα, Μάρτιν Χόλι, Έντουαρντ Γκρέτσνερ, Ντούσαν Ράπος, Στέφαν Σεμιάν, Μάρτιν Σούλικ, κ.ά.Στη Σλοβακία οι παλιές παραδόσεις έχουν διατηρηθεί συχνά αυτούσιες.
Στην Τσίτσμανι, στο δυτικό τμήμα της περιοχής, συναντάται εκείνο που θεωρείται το πρωτότυπο της παλιάς σλαβικής ενδυμασίας: είναιτελείως άσπρη, με μοναδική εξαίρεση τα κεντήματα της μπροστέλας. Οι παντρεμένες γυναίκες φορούν στο κεφάλι το «γκργκούλε», ένα είδος διπλού κέρατου κολλημένου στα μαλλιά και σκεπασμένου με ένα μεγάλο σάλι φτιαγμένο από άσπρο μαλακό μαλλί. Τα κορίτσια έχουν, αντίθετα, σκούφιες με χρυσά κεντήματα. Η φούστα είναι φαρδιά με μεγάλες πιέτες. Ένας εφαρμοστός και κεντημένος κορσές κλείνει το πουκάμισο με τα φουσκωτά μανίκια. Συχνά οι ενδυμασίες αυτές αντιπροσωπεύουν πολύτιμα δείγματατης υψηλής καλλιτεχνικής στάθμης των τοπικών χειροτεχνιών.
Η Σλοβακία είναι η πιο πλούσια περιοχή σε λαϊκή τέχνη. Στις πιο απομονωμένες ζώνες, στις πιο απομακρυσμένες κοιλάδες τα σπίτια είναι ξύλινα, βαμμένα στο εξωτερικό με ασβέστη, με λοξές ρίγες, με κυματοειδείς ή δαντελωτές λωρίδες. Το εσωτερικό διατηρεί την αγροτική απλότητα παλαιών εποχών: υπάρχει ένα μοναδικό δωμάτιο, το «τσέρνα ίσμπα», το μαύρο δωμάτιο, με τους τοίχους βαμμένους με κίτρινη κιμωλία και μαυρισμένους από τον καπνό που ανεβαίνει από το πέτρινο τζάκι χωρίς καμινάδα. Μια σκάλα οδηγεί στο επάνω πάτωμα και στα άλλα δωμάτια.
Στην περιοχή της πεδιάδας, το σπίτι δεν είναι τελείως ξύλινο, αλλά το μισό είναι φτιαγμένο με τοιχοποιία. Στο μεγάλο δωμάτιο του ισογείου, το «μπίελα ίζμπα» (το λευκό δωμάτιο), το τζάκι είναι βαμμένο σαν να είναι κεντημένο: πουλιά και λουλούδια συμπλέκονται σε χίλια αραβουργήματα εξαιρετικού γούστου. Από το ταβάνι και από τους τοίχους κρέμονται πολυάριθμα αντικείμενα, καρπός της οικιακής βιοτεχνίας, μιας τέχνης που διαδόθηκε στη Σλοβακία του 18ou αι. Στα τραπέζια και στα κρεβάτια βρίσκονται οι περίφημες δαντέλες, δουλεμένες με μεγάλη επιδεξιότητα από τις γυναίκες.
Στα σύνορα μεταξύ Μοραβίας και Σλοβα-κίας ζουν οι Βλάχοι, που έχουν ρουμανική προέλευση. Η οικονομίατους βασίζεται στην εκτροφή προβάτων και στην ξυλεία από τα δάση. Στους δρόμους των χωριών συναντά κανείς ακόμα άντρες και γυναίκες ντυμένους με τις πατροπαράδοτες ενδυμασίες, με μεγάλη σεμνότητα και λιτότητα.Η σλοβακική κουζίνα είναι διαφορετική και επηρεασμένη περισσότερο από την ουγγρική. Στο βουνό κυριαρχεί μεγάλη λιτότητα: τα συνηθισμένα φαγητά είναι το αλεύρι από σίκαλη και από βρώμη, το γάλα και οι πατάτες. Η μπίρα πίνεται στις γιορτές. Και στην ύπαιθρο επίσης το φαγητό είναι πολύ μονότονο. Βασική διατροφή είναι το ψωμί, που δεν λείπει από κανένα σπίτι. Κυριότερες σούπες είναι η «ντέμικατ» (demikat) φτιαγμένη από ψωμί, πρόβειο τυρί και κρεμμύδια, η «γιούχα» (jucha), από κουνουπίδια τουρσί που έχουν υποστεί ζύμωση με πιτουράλευρο ή μανιτάρια, η «κίσελ» (kysel), με ξίδι και γάλα, η «μρβένιτσκα» (mrvenicka), χοντρή πάστα βρασμένη στο γάλα με την προσθήκη τυριού και ξιδιού, και η κρεατόσουπα. Τα πιο διαδεδομένα λαδερά φαγητά είναι η «στρόκα» (stroka), που αποτελείται από αρακά και διάφορα είδη φασολιών, η «κόντραμαρς» (kon-tramars), που φτιάχνεται από φασόλια και ξεφλουδισμένο κριθάρι, ο πολτός κεχριού και ένα είδος χυλού από καλαμπόκι. Ένα άλλο εθνικό πιάτο είναι το «όχαρκι» (oharky), που φτιάχνεται από αγγούρια με γάλα. Ανάμεσα στα πιάτα κρέατος, τα πιο περιζήτητα είναι το ουγγρικό «γκούλιας» (gulyas), το κούρενε (kurene), καπνιστό αρνί, καιτο «ψητό του ληστή», που είναι ψητό της σούβλας, με μπόλικο αλάτι, σκόρδο και πάπρικα.
Ο πύργος Στρένσο στον ποταμό Βαχ.
Το σπήλαιο από πάγο της Ντομπσίνα της Σλοβακίας, η οποία ανακηρύχθηκε κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ουνέσκο.
Κεντρικός δρόμος της Μπρατισλάβα, πρωτεύουσας της Σλοβακίας.
Πυρηνικός σταθμός ενέργειας στη Σλοβακία.
Επιβλητική γέφυρα στο Δούναβη.
Άποψη της Μπάνσκα Μπίστριτσα: η πόλη που ιδρύθηκε τον 12ο αι. και ανοικοδομήθηκε τον 13ο αι., μετά την εισβολή των Τατάρων.
Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Σλοβακίας Συντομευμένη ονομασία: Σλοβακία Έκταση: 48.845 τ.χλμ Πληθυσμός: 5.422.366 (2002) Πρωτεύουσα: Μπρατισλάβα
Dictionary of Greek. 2013.